ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ
Ο χώρος της Αγοράς, εκτός από θρησκευτικό, διοικητικό και πολιτικό κέντρο, παρέμενε πρώτα από όλα σημείο συνάθροισης των πολιτών για εμπορικούς, επαγγελματικούς και ψυχαγωγικούς λόγους. Είναι πάντως εξαιρετικά δύσκολο να ανασυστήσει κανείς την πολυάσχολη ατμόσφαιρα που θα επικρατούσε στο χώρο της Αγοράς από τα χαράματα, όταν συνέρρεαν οι χωρικοί με τα ζώα και τα λαχανικά τους, για να εγκατασταθούν σε πρόχειρους πάγκους στον υπαίθριο χώρο, και αργότερα, κατά την Ελληνιστική περίοδο, στα καταστήματα που φιλοξενούσαν στο πίσω μέρος τους οι μεγάλες Στοές. Μια εικόνα από την ποικιλία των εδεσμάτων και των προϊόντων που προσφέρονταν μας παρέχουν οι κωμικοί ποιητές, οι οποίοι είχαν διαρκώς στο στόχαστρο όσους ασχολούνταν με το εμπόριο. Μάλιστα, όταν η πόλη αναγκάστηκε να φιλοξενήσει στο εσωτερικό της χιλιάδες πρόσφυγες από την Αττική, που διέφευγαν από τους Λακεδαιμονίους (431 π.Χ.), η φτώχεια ανάγκασε πολλές γυναίκες να στραφούν και αυτές στο εμπόριο, πουλώντας λαχανικά, βότανα, ψωμί ή εργόχειρα.
 
Απαραίτητοι για την τέλεση των εμπορικών δραστηριοτήτων ήταν οι αργυραμοιβοί, οι οποίοι καθισμένοι σε μικρά τραπέζια και εφοδιασμένοι με ζυγαριές και με την πείρα τους επιβεβαίωναν ότι τα νομίσματα που κυκλοφορούσαν στο χώρο της Αγοράς δεν ήταν κίβδηλα και αστραπιαία μετέτρεπαν την αξία τους σε αντιστοιχία με το νόμισμα των Αθηνών.
 
Η Αθήνα υπερηφανεύεται για την ανακάλυψη της εμπορικής πίστης και για την εγκαθίδρυση του πρώτου δικτύου τραπεζιτών, στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Αρχικά οι τραπεζίτες ήταν δούλοι ή απελεύθεροι, γρήγορα όμως, χάρη στις κολοσσιαίες περιουσίες που συγκέντρωσαν, ανέβηκαν την κλίμακα των κοινωνικών τάξεων.
 
Σε παρακείμενα κτήρια το αθηναϊκό κράτος φρόντιζε να φυλάττει τα απαραίτητα εργαλεία για την άσκηση του συγκεντρωτικού ελέγχου επί των οικονομικών και εμπορικών δραστηριοτήτων που συνηθιζόταν να λαμβάνουν χώρα στην Αγορά. Τα επίσημα μέτρα και σταθμά που ήταν σε ισχύ στην πόλη καθορίζονταν με ακρίβεια από το κράτος και απαγορευόταν αυστηρά κάθε παρέκκλιση από αυτά. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών έχουν βρεθεί πάμπολλα χάλκινα και πήλινα αντικείμενα, που συνήθως επιγράφονται με τα αρχικά γράμματα της λέξης ΔΕΜΟΣΙΟΣ και αποτελούν μονάδες μέτρησης χωρητικότητας. Οι αξιωματούχοι οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με τη διαφύλαξη των επίσημων μέτρων και σταθμών ήταν οι μετρονόμοι. Εκλέγονταν δέκα άτομα κάθε έτος με κλήρωση, 5 για το άστυ και 5 για τον Πειραιά. Τα επίσημα μέτρα και σταθμά κατασκευάζονταν από ένα δημόσιο δούλο και αντίγραφά τους φυλάσσονταν τόσο στο άστυ όσο και στον Πειραιά.
 
Εκατοντάδες χάλκινα νομίσματα έχουν βρεθεί στη λεγόμενη Νότια Στοά Ι, ένα ταπεινό σχετικά κτήριο του 5ου αι. π.Χ., που διατηρήθηκε ως τα μέσα της Ελληνιστικής περιόδου και πιστεύεται ότι στέγαζε από τον 4ο αι. π.Χ. τους διαβόητους αργυραμοιβούς και τραπεζίτες. Τουλάχιστον από το 222/221 π.Χ. πρέπει να στέγαζε το σώμα των μετρονόμων, όπως φανερώνει το γεγονός ότι εκεί ανακαλύφθηκε η επιγραφή που αναφέρει τα διαδικαστικά της παράδοσης των μέτρων και των σταθμών από τους απερχόμενους μετρονόμους σε αυτούς που αναλάμβαναν στη θέση τους.
 
Οι ανασκαφές στο χώρο της Αγοράς έχουν καταδείξει το τεράστιο φάσμα εμπορικών συναλλαγών που διατηρούσε η πόλη της Αθήνας. Μετά το 460 π.Χ., όταν η μεγάλη εμπορική δύναμη μετατράπηκε σε πρωτεύουσα μιας αυτοκρατορίας, έμποροι από όλο τον αρχαίο κόσμο συνέρρεαν στο λιμάνι της, τον Πειραιά, και από εκεί μετέφεραν τα εμπορεύματά τους στην Αγορά.
 
Εκτός από τις κατεξοχήν εμπορικές ανταλλακτικές δραστηριότητες, η Αγορά ήταν και χώρος παροχής υπηρεσιών: εκεί έδρευαν τσαγκάρηδες, όπως ο περίφημος Σίμων, ο φίλος του Σωκράτη, του οποίου η οικία έχει ανασκαφεί στη νοτιοανατολική γωνία της Αγοράς, και κάθε λογής επαγγελματίες (κουρείς, αρωματοπώλες κτλ.). Τα καταστήματα και τα εργαστήριά τους αποτελούσαν τόπο συνάθροισης και ανταλλαγής νέων μεταξύ συνδημοτών, ατόμων από την ίδια φυλή, ή και χώρους συγκέντρωσης των φρατριών. Αναπόφευκτα, η Αγορά ήταν και ο χώρος όπου έβρισκε κανείς κακόφημα στέκια, πορνεία και καπηλειά.
 
Ιδιαίτερη παράμετρος στην Αγορά της Αθήνας, ήδη από την Πρώιμη εποχή του Σιδήρου (900 π.Χ.), ήταν η μεγάλη συγκέντρωση εργαστηρίων κεραμικής, χαλκουργών και μαρμαρογλυπτών. Τα απορρίμματα των εργαστηρίων αυτών έχουν ανασκαφεί, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για τις εγκαταστάσεις τους (κλίβανοι, αποθηκευτικοί χώροι, ενταφιασμός απορριμμάτων), αλλά και για τη μακροζωία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων στο χώρο της Αγοράς. Πράγματι, έπειτα από κάθε μεγάλη καταστροφή, τα δημόσια κτήρια που έπεφταν σε αχρηστία καταλαμβάνονταν αμέσως από βιοτεχνικές δραστηριότητες.
 
Η Ρωμαϊκή περίοδος έφερε τέλος στην πυρετώδη εμπορική και βιοτεχνική δραστηριότητα στην Αγορά. Κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα, οι δραστηριότητες αυτές μεταφέρθηκαν στην παρακείμενη Ρωμαϊκή Αγορά, ενώ η κολοσσιαία οικοδομική δραστηριότητα των αρχών του 1ου αι. μ.Χ. και των μέσων του 2ου αι. μ.Χ., κάλυψε εξολοκλήρου τον ανοικτό χώρο στο κέντρο της Αγοράς, διαφοροποιώντας δραστικά το τοπίο του κέντρου της πόλης. Συμβολικά, οι Αρχές της πόλης συνέχισαν να ασκούν τις λειτουργίες τους στα κτήρια που είχαν οριστεί για το σκοπό αυτό αιώνες πριν, οι αποφάσεις τους όμως πλέον δεν αφορούσαν την τύχη του κόσμου, αλλά μιας μικρής επαρχιακής πόλης στο πλαίσιο της γιγάντιας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
 
 
copyright © 2006, ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Το έργο «Ψηφιακή συλλογή Εικονικής Πραγματικότητας "Η αρχαία Αγορά της Αθήνας"» συγχρηματοδοτήθηκε σε ποσοστό 80% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και κατά 20% από εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» του Γ' ΚΠΣ.

HellasEuropean UnionInfosoc newInfosoc